6/8/2024
Ο έντονος χρωματισμός του, οι λευκές, κόκκινες ρίγες, τα εντυπωσιακά πτερύγια που θυμίζουν πεταλούδα και κυρίως τα αγκάθια του, κάνουν το λεοντόψαρο (Pterois volitans και Pterois miles) να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας των Σκορπενιδών (Scorpaenidae).
Τα λεοντόψαρα που η όψη τους παραπέμπει σε εξωγήινο, προέρχονται από τον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, αλλά η απόσταση δεν αποτελεί πρόβλημα για τα ψάρια αυτά, καθώς έχουν επεκταθεί, ταξιδεύοντας στις ΗΠΑ, την Καραϊβική ακόμα και στη Μεσόγειο – στην Ελλάδα είχαν εντοπιστεί πριν μερικά χρόνια.
Τα αδηφάγα ψάρια πλήττουν τη βιοποικιλότητα αφού καταναλώνουν μεγάλη ποσότητα μικρότερων ψαριών, μαλακίων και ασπόνδυλων και η αναπαραγωγή τους είναι ταχεία, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός τους να αυξάνεται γοργά απειλώντας το θαλάσσιο οικοσύστημα. Σύμφωνα, μάλιστα, με τους ειδικούς μπορούν να αναπαραχθούν κάθε δύο-τρεις ημέρες καθ’όλη τη διάρκεια του χρόνου, ενώ το στομάχι τους διευρύνεται έως και 30 φορές το μέγεθός τους. Η απειλή, λοιπόν, για τα αυτόχθονα είδη είναι ξεκάθαρη: Λιγότερη τροφή, επομένως σημαντική ανισορροπία στο βιότοπο.
Το τελευταίο διάστημα η παρουσία λεοντόψαρων προβληματίζει τους επιστήμονες της γειτονικής Ιταλίας, καθώς μεμονωμένα δείγματα έχουν εντοπιστεί κατά μήκος των ακτών της Σικελίας, της Καλαβρίας και της Απουλίας. Παρ’όλα αυτά ο μικρός αριθμός των ψαριών δεν τρομοκρατεί τους ερευνητές. Εντούτοις, όπως επισημαίνει στην ιταλική εφημερίδα La Repubblica ο Φάμπιο Κροτσέτσα του Ζωολογικού Σταθμού Anton Dohrn, στο εγγύς μέλλον «είναι πιθανή η αύξηση του πληθυσμού ή μία περαιτέρω επέκταση του είδους πιο βόρεια, ιδίως με την αύξηση της θερμοκρασίας».
Ο Κροτσέτα θεωρεί ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα πρέπει να εξεταστεί καθώς είναι «ένα είδος ικανό να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στα αυτόχθονα είδη και στον άνθρωπο, ιδίως εξαιτίας των δηλητηριωδών αγκαθιών του».
Σύμφωνα με το Ιταλικό Ινστιτούτο για το Περιβάλλον Προστασίας και Έρευνας (ISPRA) το λεοντόψαρο είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο, αφού τα αγκάθια του περιέχουν δηλητήριο, το οποίο παραμένει ενεργό ακόμα και μετά το θάνατό του για 24 έως 48 ώρες. Το Ινστιτούτο επισημαίνει ότι δεν πρέπει να το αγγίζουμε με γυμνά χέρια, ακόμα και όταν βρίσκεται σε ιχθυοπωλεία, καθώς το τσίμπημά του είναι αρκετό για να προκαλέσει πόνο, αλλά και συμπτώματα ναυτίας, πυρετό, σπασμούς, δυσκολία στην αναπνοή και γαστρεντερολογικά προβλήματα, ακόμα και παράλυση. Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί αν ένας άνθρωπος έρθει σε επαφή με τα αγκάθια του, πρέπει να σπεύσει άμεσα σε ιατρικό κέντρο για να του παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες.
Τα λεοντόψαρα θεωρούνται επιτυχημένα χωροκατακτητικά είδη, αφού τα τελευταία 40 χρόνια έχουν επεκταθεί στο δυτικό Ατλαντικό Ωκεανό, ενώ όπως επισημαίνει στην ιταλική εφημερίδα ο Φραντσέσκο Τιραλόνγκο, ιχθυολόγος από το Πανεπιστήμιο της Κατάνια έχει «αποικίσει τεράστιες εκτάσεις των ακτών της Κύπρου και της Ελλάδας, προκαλώντας σοβαρά οικολογικά και οικονομικά προβλήματα» και αυτή η τάση απαιτεί προσοχή.
Ο Τιραλόνγκο, ο οποίος παρατηρεί τα ξένα είδη που «ταξιδεύουν» στη Μεσόγειο με το πρόγραμμα AlienFish, εξηγεί ότι η επέκταση του είδους αποτελεί πρόκληση για τη διαχείριση των θαλάσσιων πόρων και για την ασφάλεια των ψυχαγωγικών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων στη θάλασσα. Τονίζει, λοιπόν, ότι είναι απαραίτητο η επιστημονική κοινότητα σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές να παρατηρούν την πορεία του λεοντόψαρου εφαρμόζοντας κατάλληλα μέτρα διαχείρισης και προτείνει την πραγματοποίηση ενημερωτικής εκστρατείας για την ευαισθητοποίηση του κοινού και σχέδια δράσης για τον μετριασμό των επιπτώσεών του.
Εκμεταλλεύεται την κλιματική αλλαγή
Η εισαγωγή χωροκατακτητικών ειδών όπως το λεοντόψαρο σε θαλάσσιες κοινότητες στις οποίες δεν ανήκουν μπορεί να έχει σημαντικές και μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία, την ισορροπία και την αφθονία των ειδών.
Όπως αναφέρει το Πρόγραμμα Έρευνας και Διατήρησης Καρχαριών (SRC) του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι για να ευδοκιμήσουν τέτοια χωροκατακτητικά είδη σε μη ιθαγενή οικοσυστήματα, σημαντικό ρόλο μεταξύ άλλων παίζει και η κλιματική αλλαγή, αφού η αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων επιδρά αρνητικά στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Συμπεραίνεται, σύμφωνα με τους ειδικούς, ότι η κλιματική αλλαγή βρίσκεται πίσω από την επέκταση των εισβολέων, αντί να ανακόπτει την πορεία τους, όπως στην περίπτωση του εξωτικού ψαριού.
Η υπερθέρμανση προβλέπεται να εντείνει την ανισορροπία στο οικοσύστημα και ενώ οι ωκεανοί συνεχίζουν να θερμαίνονται, το λεοντόψαρο μπορεί να επεκταθεί ακόμα και σε περιοχές που προς το παρόν είναι πολύ κρύες, επομένως να εντοπιστεί βόρεια και νότια στα δύο ημισφαίρια.
Τα επικίνδυνα ψάρια θα συνεχίσουν να επωφελούνται από την κλιματική αλλαγή, τα οποία εφόσον το μοτίβο θερμοκρασίας που παρατηρείται σε παγκόσμια κλίμακα δεν αλλάξει.
Πηγή: https://www.newmoney.gr
Πηγή φωτογραφίας: https://secure.gravatar.com