10/12/2025
Η δραστική συρρίκνωση μίας βασικής πηγής τροφής για τους πιγκουίνους της Νότιας Αφρικής δημιουργεί συνθήκες λιμού που απειλεί με εξαφάνιση τα συμπαθητικά θαλάσσια πτηνά.
Οι πιγκουίνοι που ζουν κατά μήκος των ακτών της Νότιας Αφρικής φαίνεται να πέθαναν σε μεγάλους αριθμούς κατά την περίοδο της πτέρωσης, μια φάση κατά την οποία δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμη τα πτερύγια τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να μπορούν να μπουν στο νερό για να τραφούν. Σε μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Ostrich: Journal of African Ornithology» ομάδα επιστημόνων του Τμήματος Δασών, Αλιείας και Περιβάλλοντος της Νότιας Αφρικής και του Πανεπιστημίου του Exeter στη Βρετανία αναφέρει ότι η συρρίκνωση των διαθέσιμων αποθεμάτων τροφής πιθανότατα άφησε πολλούς μικρούς πιγκουίνου χωρίς την απαραίτητη ενεργειακή αποθήκη για να επιβιώσουν αυτή την ευάλωτη περίοδο.
Σε δύο βασικές περιοχές αναπαραγωγής του αφρικανικού πιγκουίνου (Spheniscus demersus), το νησί Dassen και το νησί Robben, οι ερευνητές εκτιμούν ότι περίπου το 95% των πιγκουίνων που αναπαράχθηκαν το 2004 πέθαναν μέσα στα επόμενα οκτώ χρόνια επειδή η τροφή ήταν υπερβολικά λίγη για να τους διατηρήσει.
«Μεταξύ 2004 και 2011, τα αποθέματα σαρδέλας στα δυτικά της Νότιας Αφρικής ήταν σταθερά κάτω από το 25% της μέγιστης αφθονίας τους και αυτό φαίνεται πως προκάλεσε σοβαρή έλλειψη τροφής για τους αφρικανικούς πιγκουίνους, οδηγώντας σε απώλεια περίπου 62,000 αναπαραγόμενων ατόμων» λέει ο Δρ Ρίτσαρντ Σέρλεϊ συν–συγγραφέας και βιολόγος διατήρησης από το Κέντρο Οικολογίας και Διατήρησης.
Σύμφωνα με τους ερευνητές τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν την ανάγκη για καλύτερες πρακτικές διαχείρισης που θα μπορούσαν να προστατεύσουν το είδος και να στηρίξουν τη μακροπρόθεσμη επιβίωσή του. «Το 2024, οι αφρικανικοί πιγκουίνοι ταξινομήθηκαν ως Κρισίμως Κινδυνεύοντες και η αποκατάσταση της βιομάζας σαρδέλας σε βασικές περιοχές εύρεσης τροφής φαίνεται να είναι ουσιώδης για τη μακροπρόθεσμη επιβίωσή τους».
Περίοδος ακραίας ευαλωτότητας
Οι αφρικανικοί πιγκουίνοι περνούν έναν ετήσιο κύκλο πτέρωσης στον οποίο χάνουν τα παλιά τους φτερά και αναπτύσσουν καινούρια. Αυτή η ανανέωση είναι απαραίτητη για τη θερμομόνωση και τη στεγανότητα στο νερό. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα πουλιά δεν μπορούν να μπουν στον ωκεανό επειδή η απουσία φτερών τα αφήνει εκτεθειμένα στο κρύο νερό. Ως αποτέλεσμα, πρέπει να παραμένουν στην ξηρά και δεν μπορούν να κυνηγήσουν για περίπου 21 ημέρες, τη συνήθη διάρκεια της πτέρωσης.
Για να αντέξουν αυτή την περίοδο χωρίς τροφή, πρέπει να συγκεντρώσουν αρκετά αποθέματα λίπους από πριν. «Έχουν εξελιχθεί ώστε να συσσωρεύουν λίπος και μετά να νηστεύουν ενώ ο οργανισμός τους μεταβολίζει αυτές τις αποθήκες, καθώς και τις πρωτεΐνες των μυών τους, για να αντέξουν την πτέρωση. Μετά πρέπει να μπορούν να επανακτήσουν γρήγορα τη φυσική τους κατάσταση. Αν η τροφή είναι δύσκολο να βρεθεί πριν ή αμέσως μετά την πτέρωση, τότε δεν θα έχουν αρκετά αποθέματα για να επιβιώσουν». Αυτή ακριβώς είναι η απειλή που αντιμετώπισαν οι πιγκουίνοι τις τελευταίες δεκαετίες» εξηγεί ο Δρ Σέρλεϊ.
Κλιματική αλλαγή και πίεση από την αλιεία
Από το 2004, όλα εκτός από τρία χρόνια είδαν τη βιομάζα της σαρδέλας Sardinops sagax, βασικής τροφής των αφρικανικών πιγκουίνων να πέφτει κάτω από το 25% της μέγιστης αφθονίας της στα δυτικά της Νότιας Αφρικής.
«Οι αλλαγές στη θερμοκρασία και την αλατότητα των περιοχών ωοτοκίας έκαναν τη γέννηση στη δυτική ακτή λιγότερο επιτυχημένη και πιο επιτυχημένη στη νότια ακτή. Ωστόσο, λόγω της ιστορικής δομής του κλάδου, η περισσότερη αλιεία παρέμεινε δυτικά του Cape Agulhas, οδηγώντας σε υψηλά ποσοστά υπεραλίευσης στις αρχές της δεκαετίας του 2000» λέει ο Δρ. Σέρλει.
Στη μελέτη τους, οι ερευνητές ανέλυσαν καταμετρήσεις ζευγαριών αναπαραγωγής και πιγκουίνων σε πτέρωση στα νησιά Dassen και Robben από το 1995 έως το 2015. Οι συγγραφείς ενσωμάτωσαν εκτιμήσεις επιβίωσης ενηλίκων βασισμένες σε ανάλυση capture–mark–recapture για τα έτη 2004–2011.
Η επιβίωση και το ποσοστό των αναπαραγόμενων που δεν επέστρεψαν στις αποικίες τους για πτέρωση συγκρίθηκαν με έναν δείκτη διαθεσιμότητας λείας. «Η επιβίωση των ενηλίκων, κυρίως κατά την κρίσιμη ετήσια πτέρωση, σχετιζόταν έντονα με τη διαθεσιμότητα λείας», λέει ο Σέρλεϊ. «Τα υψηλά ποσοστά εκμετάλλευσης της σαρδέλας – που έφτασαν στιγμιαία στο 80% το 2006 – σε μια περίοδο που η σαρδέλα μειωνόταν λόγω περιβαλλοντικών αλλαγών πιθανότατα επιδείνωσαν τη θνησιμότητα των πιγκουίνων».
Οι απώλειες δεν περιορίζονται στα συγκεκριμένα νησιά. «Οι μειώσεις αυτές αντικατοπτρίζονται και αλλού», προσθέτει ο Σέρλεϊ, αναφέροντας ότι το είδος έχει υποστεί παγκόσμια μείωση σχεδόν 80% τα τελευταία 30 χρόνια.
Η διαθεσιμότητας τροφής
Ο δείκτης λείας βασίζεται στις αναλογίες αντζούγιας και σαρδέλας – που τρώνε και οι πιγκουίνοι – στη διατροφή των θαλασσοπουλιών Cape gannet. «Η διατροφή των Cape gannets θεωρείται καλός δείκτης της διαθεσιμότητας σαρδέλας και αντζούγιας επειδή έχουν τη μεγαλύτερη ακτίνα αναζήτησης τροφής από τα θαλασσοπούλια της Νότιας Αφρικής» λένε οι ερευνητές.
Η ανάκαμψη των πληθυσμών πιγκουίνων θα είναι δύσκολη, λένε οι ερευνητές, καθώς απαιτείται βελτίωση της αναπαραγωγής της σαρδέλας, κάτι που εξαρτάται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Ωστόσο, υπάρχουν μέτρα που μπορούν να βοηθήσουν. «Προσεγγίσεις διαχείρισης αλιείας που μειώνουν την εκμετάλλευση της σαρδέλας όταν η βιομάζα της πέφτει κάτω από το 25% του μέγιστου και επιτρέπουν σε περισσότερα ενήλικα άτομα να ζήσουν ώστε να αναπαραχθούν, θα μπορούσαν να βοηθήσουν», εξηγεί ο Σέρλεϊ.
Παράλληλα, έχουν εφαρμοστεί μέτρα προστασίας όπως τεχνητές φωλιές, διαχείριση θηρευτών, διάσωση και περίθαλψη ενηλίκων και νεοσσών. Επιπλέον, η αλιεία με γρι–γρι έχει απαγορευτεί κοντά στις έξι μεγαλύτερες αποικίες αναπαραγωγής στη Νότια Αφρική για να αυξηθεί η πρόσβαση των πιγκουίνων στη λεία τους σε κρίσιμες περιόδους.
Με την ολοκλήρωση της μελέτης, οι ερευνητές συνεχίζουν να παρακολουθούν την αναπαραγωγική επιτυχία, την κατάσταση των νεοσσών, τη συμπεριφορά αναζήτησης τροφής, την πορεία του πληθυσμού και την επιβίωση των αφρικανικών πιγκουίνων.
Ο Σέρλεϊ καταλήγει: «Ελπίζουμε ότι οι πρόσφατες παρεμβάσεις διατήρησης, μαζί με τη μείωση της εκμετάλλευσης της σαρδέλας όταν η αφθονία της πέφτει κάτω από το 25%, θα αρχίσουν να ανακόπτουν την πτώση του πληθυσμού και ότι το είδος θα δείξει σημάδια ανάκαμψης».
