ΚεντρικήΥγεία

Επαναστατική ανακάλυψη για το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου: Βρήκαν το «κλειδί» για την αποκατάσταση της λειτουργίας του εντέρου

28/10/2025

Το εντυπωσιακό εύρημα ανοίγει νέο δρόμο για την ανάπτυξη καινοτόμων θεραπειών

Μια νέα, πολλά υποσχόμενη θεραπεία για το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου (IBS) διαφαίνεται στον ορίζοντα, χάρη στην ανακάλυψη ότι δύο συγκεκριμένα βακτήρια του εντέρου, τα Limosilactobacillus mucosae και Ligilactobacillus ruminis, παράγουν τα ίδια σεροτονίνη, η οποία προστατεύει από τη φλεγμονή και τη βλάβη.

Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι το μικροβίωμα του εντέρου επηρεάζει την ποσότητα της σεροτονίνης που παράγει ο ανθρώπινος οργανισμός, όμως δεν ήταν γνωστό ότι τα ίδια τα μικρόβια μπορούσαν να συνθέτουν βιολογικά ενεργή σεροτονίνη.

Μέχρι σήμερα η κυρίαρχη επιστημονική θέση ήταν πως η σεροτονίνη παράγεται αποκλειστικά από τα εντεροχρωμαφινικά (EC) κύτταρα στο εντερικό τοίχωμα. «Είναι απίστευτα συναρπαστικό το πώς τα βακτήρια του εντέρου μπορούν να παράγουν βιοδραστικά σηματοδοτικά μόρια που επηρεάζουν την υγεία», δήλωσε ο Fredrik Backhed, καθηγητής μοριακής ιατρικής στην Ακαδημία Sahlgrenska του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ και ένας από τους βασικούς συντάκτες της μελέτης, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Cell Reports.

Γιατί είναι σημαντική η σεροτονίνη;

Η σεροτονίνη είναι κυρίως γνωστή ως νευροδιαβιβαστής του εγκεφάλου, συνδεδεμένος με τη διάθεση και άλλες εγκεφαλικές λειτουργίες. Ωστόσο, είναι επίσης θεμελιώδης για τη λειτουργία του πεπτικού συστήματος, καθώς ρυθμίζει τις κινήσεις του εντέρου μέσω του εντερικού νευρικού συστήματος. Στην πραγματικότητα, το έντερο παράγει έως και το 95% της συνολικής σεροτονίνης στο σώμα μας.

Αν και το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου είναι μια κοινή γαστρεντερική διαταραχή, τα αίτιά του παραμένουν ασαφή. Είναι γνωστό, όμως, ότι το μικροβίωμα του εντέρου και η σεροτονίνη παίζουν σημαντικό ρόλο.

Καθώς τα δύο συγκεκριμένα μικρόβια του εντέρου μπορούν να παράγουν σεροτονίνη, αυτό σημαίνει πως μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη ρύθμιση της εντερικής λειτουργίας.

«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι συγκεκριμένα βακτήρια του εντέρου μπορούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην υγεία του εντέρου, ανοίγοντας νέους δρόμους για τη θεραπεία λειτουργικών γαστρεντερικών διαταραχών όπως το IBS», δήλωσε ο Magnus Simrén, καθηγητής ιατρικής γαστρεντερολογίας στην Ακαδημία Sahlgrenska.

Πώς έγινε η έρευνα – Τα βασικά συμπεράσματα

Όταν τα βακτήρια L. mucosae και L. ruminis χορηγήθηκαν σε ποντίκια χωρίς μικρόβια που παρουσίαζαν έλλειψη σεροτονίνης, τα επίπεδα της ουσίας αυξήθηκαν σημαντικά – όπως και η πυκνότητα των νευρικών κυττάρων στο παχύ έντερο. Επιπλέον, τα βακτήρια αυτά αποκατέστησαν τον χρόνο διέλευσης από το έντερο, ρυθμίζοντας τις δυσλειτουργικές κινήσεις του εντέρου.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι τα άτομα με IBS έχουν χαμηλότερα επίπεδα L. mucosae στα κόπρανά τους σε σχέση με υγιή άτομα – γεγονός που αντικατοπτρίζει τη σύσταση του μικροβιώματος του εντέρου – ενώ το βακτήριο αυτό φέρει ένα ένζυμο που είναι απαραίτητο για την παραγωγή σεροτονίνης.

«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι τα βακτήρια του εντέρου μπορούν να σχηματίσουν σηματοδοτικές ουσίες όπως η σεροτονίνη, κάτι που μπορεί να είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε πώς το έντερο και οι “κάτοικοί” του επηρεάζουν τον εγκέφαλο και τη συμπεριφορά μας», πρόσθεσε ο Backhed.

Η μελέτη δείχνει επίσης ότι η σύνθεση της σεροτονίνης από το μικροβίωμα μπορεί να απαιτεί συνεργασία μεταξύ δύο ή περισσότερων βακτηρίων – δηλαδή μικροβιακές αλληλεπιδράσεις. Σε αυτή την περίπτωση, τα L. mucosae και L. ruminis φαίνεται να δρουν από κοινού για την παραγωγή της ουσίας.

Ένα νέο θεραπευτικό κεφάλαιο

Η ανακάλυψη αυτή ανοίγει μια νέα ερευνητική κατεύθυνση για την ανάπτυξη καινοτόμων θεραπειών για το IBS που βασίζονται σε προβιοτικά ή μικροβιακούς παράγοντες.

«Εντοπίσαμε στελέχη L. mucosae και L. ruminis που έχουν απομονωθεί από ανθρώπους και τα οποία παράγουν σεροτονίνη in vitro και ρυθμίζουν τα επίπεδα της εντερικής σεροτονίνης, την εντερική νεύρωση και τον χρόνο διέλευσης in vivo», αναφέρουν οι επιστήμονες και προσθέτουν: «Μελλοντική έρευνα θα μπορούσε να διερευνήσει κατά πόσο τα βακτήρια αυτά μπορούν να προάγουν φυσιολογικά επίπεδα σεροτονίνης σε ασθενείς με δυσλειτουργική εντερική κινητικότητα».

Αξίζει να σημειωθεί ότι το L. mucosae ανακαλύφθηκε τυχαία σε χοίρους το 2000, ενώ το L. ruminis είναι γνωστό από τη δεκαετία του 1960. Ανήκουν και τα δύο στο γένος Lactobacillus, στο οποίο ανήκουν και πολλά προβιοτικά είδη που συναντώνται σε τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση. Ωστόσο, το διατροφικό δυναμικό αυτών των δύο σεροτονινοπαραγωγών στελεχών παραμένει ακόμα άγνωστο.

Related posts

Πρωτοσέλιδα εφημερίδων

xristiana

«Η Αγωγή Του Λόγου»: Επιμορφωτικό Εργαστήριο Ορθοφωνίας Και Κινησιολογίας

xristiana

Το σούπερ φρούτο για γερή καρδιά και υγιές έντερο

xristiana