23/2/2023
Ακόμη και τρία χρόνια ή και περισσότερο, μπορεί να περάσουν μέχρι τη διάγνωση ενός ρευματικού νοσήματος, είτε γιατί καθυστερούν οι ασθενείς να πάνε στο γιατρό, είτε γιατί επιλέγουν τη λάθος ειδικότητα γιατρού, οπότε μέχρι να φτάσουν στο ρευματολόγο, έχει περάσει πολύς καιρός.
Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση της καθυστέρησης της διάγνωσης από τον ειδικό γιατρό που μπορεί να φτάσει και τους επτά μήνες για πολύ ειδικά αυτοάνοσα νοσήματα, μέχρι και 33 μήνες στη διαδρομή του ασθενή μέσα στο σύστημα υγείας μέχρι να βρει τον ειδικό γιατρό και να καταλήξουν στη διάγνωση.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την Ομοσπονδία ΡευΜΑζήν για το «ταξίδι του ασθενή με ρευματικό νόσημα μέχρι τη διάγνωση».
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με online συμπλήρωση ερωτηματολογίων σε ειδικά διαμορφωμένη πλατφόρμα από ασθενείς μέλη της ΡευΜΑζην από τις 12 Οκτωβρίου – 12 Δεκεμβρίου 2022. Συνολικά συμμετείχαν 463 ασθενείς, οι οποίοι απάντησαν σε 9 απλές ερωτήσεις για την πορεία που ακολούθησαν από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων μέχρι τη διάγνωση της νόσου τους.
Σύμφωνα με την έρευνα, περίπου οι μισοί, το 49% περίπου από τους συμμετέχοντες ανάφεραν ότι καθυστέρησαν να απευθυνθούν σε γιατρό πάνω από τρεις μήνες, κυρίως γιατί οι ίδιοι δεν αξιολόγησαν σοβαρά τα συμπτώματα σε ποσοστό 53%. Η πρώτη ιατρική ειδικότητα στην οποία απευθύνθηκαν οι ασθενείς ήταν κυρίως ο Ορθοπεδικός (37%) και σε μικρότερο βαθμό ο Ρευματολόγος (23%) ή ο Παθολόγος (19%), όμως η ειδικότητα που έκανε την τελική διάγνωση ήταν κυρίως ο Ρευματολόγος (77%).
Ο ορθοπεδικός ήταν η πρώτη επιλογή ειδικού γιατρού, για πάσχοντες από αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα σε ποσοστό 61%, για πάσχοντες από ρευματοειδή αρθρίτιδα κατά 44% και από νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα και ινομυαλγία κατά 50%. Κάτω από το ένα τέταρτο των ρευματοπαθών (23%) απευθύνθηκε σε ρευματολόγο.
Από όσους διαγνώστηκαν από τον πρώτο γιατρό, σε ποσοστό 60% είχε επισκεφθεί εξαρχής Ρευματολόγο και το 64% από αυτούς δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα μέχρι τη διάγνωση.
Αντίθετα, το 64% των συμμετεχόντων που διαγνώστηκαν από άλλη ειδικότητα, ανέφεραν ότι τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετώπισαν μέχρι την τελική διάγνωση του νοσήματός τους, ήταν η καθυστερημένη διάγνωση για το 71% αυτών, αλλά και τα προβλήματα ενημέρωσης και συμπεριφοράς από τους γιατρούς σε ποσοστό 40%.
Συνολικά, τα προβλήματα που αντιμετώπισαν μέχρι την τελική διάγνωση, ήταν η καθυστερημένη διάγνωση σε ποσοστό 36%, η λάθος διάγνωση (33%), η ελλιπής ενημέρωση από τους γιατρούς (16% κατά μέσο όρο – 8% από την πρώτη ειδικότητα και 20% από την ειδικότητα της τελικής διάγνωσης), κακή συμπεριφορά του γιατρού σε ποσοστό 8% συνολικά – 4% από την πρώτη ειδικότητα και 10% από την ειδικότητα διάγνωσης.
Η εξαρχής διάγνωση από τον πρώτο γιατρό οδήγησε και στη σωστή ενημέρωση των ασθενών για το νόσημά τους, καθώς το 74% όσων διαγνώστηκαν από την αρχική ειδικότητα ήταν «αρκετά/πάρα πολύ ικανοποιημένοι» από τις πληροφορίες που έλαβαν από τον γιατρό που τους έκανε τη διάγνωση, σε σχέση με το 64% που δήλωσε ικανοποιημένο από τις πληροφορίες που πήρε και είχε διαγνωστεί από άλλη ειδικότητα (74% vs. 64%).
Όμως για όσους η διάγνωση έγινε από διαφορετική ειδικότητα απ’ αυτήν που αρχικά επισκέφθηκαν, χρειάστηκε να περάσουν μέχρι και δυο χρόνια μέχρι να τεθεί η διάγνωση, σε σχέση με όσους διαγνώστηκαν από την αρχική ειδικότητα.
Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, η πρόεδρος της ΡευΜΑζήν και Αντιπρόεδρος της Ένωσης Ασθενών Ελλάδος Κατερίνα Κουτσογιάννη επεσήμανε ότι «υποψιαζόμασταν τα στοιχεία που μας έδωσε η έρευνα, αλλά τώρα έχουμε ποσοστά και αριθμούς.
Τα αποτελέσματα αυτά, αναδεικνύουν την επιτακτική ανάγκη για ενημέρωση του γενικού πληθυσμού για τα συμπτώματα των ρευματικών νοσημάτων προκειμένου ο ασθενής να τα αναγνωρίζει και να απευθύνεται έγκαιρα στον ειδικό γιατρό, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον ρευματολόγο.
Εξίσου σημαντική είναι επίσης η ανάγκη εκπαίδευσης και ενημέρωσης των γιατρών άλλων ειδικοτήτων, ειδικότερα στην πρωτοβάθμια φροντίδα, ώστε να μπορούν να αναγνωρίσουν έγκαιρα τα συμπτώματα και να παραπέμψουν τον ασθενή άμεσα στο ρευματολόγο. Βλέπουμε ότι το ταξίδι του ασθενή μέχρι τη διάγνωση μπορεί να φτάσει και τα τρία χρόνια, και σε μερικά νοσήματα μάλιστα, πολύ παραπάνω.
Για το λόγο αυτό θα πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι να εντείνουμε τις προσπάθειες μας ώστε αυτό το ταξίδι να γίνει σημαντικά πιο σύντομο και λιγότερο επώδυνο για τον ασθενή».
Πηγή: https://www.in.gr
Πηγή φωτογραφίας: https://secure.gravatar.com