26/2/2023
Την κατακόρυφη αύξηση στην κατανάλωση αντικαταθλιπτικών στην Ευρώπη αποτυπώνει νέα μελέτη του ΟΟΣΑ. Σε ποιες χώρες σημειώνεται η υψηλότερη λήψη των εν λόγω φαρμάκων.
Δραματικά έχει αυξηθεί η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων σε παγκόσμιο επίπεδο τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με τους Ευρωπαίους να έχουν την πρωτιά στην κατανάλωση.
Η χρήση αντικαταθλιπτικών αυξήθηκε σχεδόν δυόμισι φορές από το 2000 έως το 2020 σε 18 ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ενώ δραματική είναι και η αύξηση του άγχους και της κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.
Πώς αποτυπώνεται η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών σε κάθε χώρα – Η θέση της Ελλάδας
Τα δεδομένα του ΟΟΣΑ που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το euronews.com καταγράφουν την καθορισμένη ημερήσια δόση (DDD) κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία ενδογενών και εξωγενών καταθλίψεων, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).
Η μέση κατανάλωση αντικαταθλιπτικών σε 18 ευρωπαϊκές χώρες ήταν 30,5 DDD ανά 1.000 άτομα ημερησίως το 2000 και αυξήθηκε σε 75,3 DDD το 2020, δηλαδή σημείωσε αύξηση 147%.
Όμως αυτός ο συνολικός μέσος όρος κρύβει πολύ διαφορετικές αφετηρίες για τη χρήση αντικαταθλιπτικών το 2000 σε ορισμένες χώρες, που κυμαίνονται από 6,4 DDD στην Εσθονία έως 70,5 DDD στην Ισλανδία.
Η Τσεχία κατέγραψε την υψηλότερη αύξηση με 577%, ενώ στη Γαλλία αυξήθηκε μόνο κατά 38%, σημειώνοντας τη χαμηλότερη μεταβολή στις χώρες αυτές μεταξύ 2000 και 2020, αν και πάλι το επίπεδο παραμένει υψηλό.
Την ίδια περίοδο, η κατανάλωση αυξήθηκε κατά 304% στην Πορτογαλία, 256% στο Ηνωμένο Βασίλειο, 208% στην Ισπανία και 200% στη Γερμανία. Στην περίπτωση της Ελλάδας, από 19 μονάδες αυξήθηκε στις 66 το 2020, σημειώνοντας αύξηση 347%.
Με μια πιο προσεκτική ματιά σε πέντε χώρες -Γαλλία, Γερμανία, Πορτογαλία, Ισπανία και Σουηδία- σε βάθος 20ετίας καταδεικνύει την ποικιλία στη χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων.
Ενώ η αύξηση είναι πολύ χαμηλή στη Γαλλία, ιδίως τα τελευταία 15 χρόνια, στην Πορτογαλία εκτοξεύτηκε στα ύψη τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων έχει αυξηθεί από χρόνο σε χρόνο στις ευρωπαϊκές χώρες. Σε 14 από τις 18 χώρες, η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, μάλιστα, υπερδιπλασιάστηκε.
Ποιες χώρες έχουν την υψηλότερη κατανάλωση αντικαταθλιπτικών
Εξετάζοντας τις αλλαγές την τελευταία δεκαετία, υπάρχουν στοιχεία για 24 ευρωπαϊκές χώρες.
Το 2020, η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων ανά 1.000 άτομα ημερησίως κυμαινόταν από 20 DDD στη Λετονία έως 153 DDD στην Ισλανδία. Ακολουθούν η Πορτογαλία (131 DDD), το Ηνωμένο Βασίλειο (108 DDD το 2017), η Σουηδία (105 DDD) και η Ισπανία (87 DDD).
Το 2020, η μέση χρήση σε αυτές τις 24 χώρες ήταν 68 DDD. Οι τρεις μεγαλύτερες χώρες με βάση τον πληθυσμό, δηλαδή η Τουρκία (49 DDD), η Γαλλία (55 DDD) και η Γερμανία (62 DDD), κατέγραψαν όλες χρήση κάτω του μέσου όρου.
Ισλανδία: Πρωτιά στα αντικαταθλιπτικά για την πιο ευτυχισμένη χώρα της Ευρώπης
Η ευτυχία όμως δεν συνδέεται με τη χρήση αντικαταθλιπτικών.Τα στοιχεία για τις ευρωπαϊκές χώρες δεν δείχνουν κάποια συσχέτιση μεταξύ ευτυχίας και μειωμένης κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών.
Η Ισλανδία, η οποία ήταν η δεύτερη πιο ευτυχισμένη χώρα στον κόσμο το 2020 σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση για την Ευτυχία, έχει την υψηλότερη κατανάλωση αντικαταθλιπτικών στην Ευρώπη.
Η Σουηδία, η οποία κατέλαβε την έκτη θέση στην Έκθεση Ευτυχίας, έχει την τέταρτη υψηλότερη θέση στη χρήση αντικαταθλιπτικών με 105 DDD.
Οι Φινλανδοί, που ήταν το πιο ευτυχισμένο κράτος σύμφωνα με την έκθεση, χρησιμοποιούσαν 82 DDD αντικαταθλιπτικά, γεγονός που κατέταξε τη Φινλανδία στην έβδομη θέση μεταξύ 24 χωρών.
Η Λετονία που έχει τη χαμηλότερη κατανάλωση με 20 ημερήσιες δόσεις κατέλαβε την 34η θέση στην Παγκόσμια Έκθεση Ευτυχίας. Η Ουγγαρία που ακολουθεί τη Λετονία με 30 DDD βρισκόταν στην 43η θέση της λίστας ευτυχίας.
Η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών μειώθηκε μόνο στη Δανία τα τελευταία 10 χρόνια
Η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων αυξήθηκε κατά 36,5% μεταξύ 2010 και 2020 σε 24 ευρωπαϊκές χώρες με τη μέση ημερήσια χρήση να αυξάνεται από 49,8 DDD σε 68 DDD. Η Δανία είναι η μόνη χώρα που είδε μείωση στη χρήση αντικαταθλιπτικών την τελευταία δεκαετία με μείωση κατά 4%.
Η Εσθονία κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση με 133%, ενώ η κατανάλωση αυξήθηκε μόνο κατά 2% στη Γαλλία.
Διπλασιάστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο και αυξήθηκε κατά 50 τοις εκατό στην Τουρκία. Η μεταβολή ήταν κάτω από 25 τοις εκατό σε 10 χώρες.
Οι δαπάνες για αντικαταθλιπτικά φάρμακα στην Ευρώπη
Το κόστος των δαπανών για αντικαταθλιπτικά φάρμακα επιβαρύνει τους πολίτες και τις χώρες τους.
Το 2020, η Γερμανία δαπάνησε 783 εκατομμύρια ευρώ για αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Η Ισπανία 626 εκατ. ευρώ και η Ιταλία 440 εκατ. ευρώ, χώρες που ηγούνται στις δαπάνες για αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Η αναλογία των δαπανών για αντικαταθλιπτικά προς τις συνολικές φαρμακευτικές πωλήσεις υποδηλώνει ότι πρόκειται για σημαντικό κόστος σε ορισμένες χώρες.
Το 2020, τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα αντιπροσώπευαν το 4% των πωλήσεων φαρμάκων στην Πορτογαλία, σε σύγκριση με το 2,7% στην Ισπανία, το 2,2% στην Αυστρία, το 1,9% στην Τουρκία και το 1,4% στη Γερμανία.
Η χρόνια κατάθλιψη στην Ευρώπη
Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία σχετικά με το ποσοστό των ατόμων που δήλωσαν ότι έχουν χρόνια κατάθλιψη ή ότι συμβουλεύονται ψυχολόγο, ψυχοθεραπευτή ή ψυχίατρο.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσίευσε η Eurostat παρέχουν κάποιες πληροφορίες. Το 2019 η Eurostat διαπίστωσε ότι το 7,2% των πολιτών της ΕΕ ανέφεραν ότι πάσχουν από χρόνια κατάθλιψη, γεγονός που αποτελεί μικρή μόνο αύξηση σε σύγκριση με το 2014 (+0,3 ποσοστιαίες μονάδες).
Το 2019, μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Πορτογαλία (12,2%) είχε το υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού που ανέφερε χρόνια κατάθλιψη, ακολουθούμενη από τη Σουηδία (11,7%), τη Γερμανία και την Κροατία (και οι δύο 11,6%).
Το ποσοστό των ατόμων που ανέφεραν χρόνια κατάθλιψη ήταν χαμηλότερο στη Ρουμανία (1,0%), τη Βουλγαρία (2,7%) και τη Μάλτα (3,5%).
Είναι ενδιαφέρον ότι οι δύο πρώτες χώρες Ισλανδία (15,6%) και Πορτογαλία (12,2%) που ανέφεραν χρόνια κατάθλιψη είχαν επίσης την υψηλότερη κατανάλωση αντικαταθλιπτικών με 153 DDD και 131 DDD το 2020 αντίστοιχα.
Ο αντίκτυπος του κορωνοϊού στην ψυχική υγεία
Πρόσφατες έρευνες που δημοσίευσε ο ΟΟΣΑ διαπίστωσαν ότι η ψυχική υγεία έχει επιδεινωθεί σημαντικά από την έναρξη της πανδημίας COVID-19.
Από τον Μάρτιο του 2020 και μετά, το άγχος και η κατάθλιψη αυξήθηκαν σε 15 χώρες του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένων αρκετών ευρωπαϊκών χωρών.
Ο επιπολασμός του άγχους στις αρχές του 2020 ήταν διπλάσιος ή υπερδιπλάσιος από αυτόν που είχε παρατηρηθεί τα προηγούμενα χρόνια στο Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ιταλία, το Μεξικό, τη Νέα Ζηλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ.
Ο επιπολασμός της κατάθλιψης στις αρχές του 2020 ήταν επίσης διπλάσιος ή υπερδιπλάσιος από αυτόν που παρατηρήθηκε τα προηγούμενα έτη στο Μεξικό, την Αυστραλία, το Βέλγιο, τον Καναδά, τη Γαλλία, την Τσεχική Δημοκρατία, το Μεξικό, τη Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, δεδομένου ότι οι μέθοδοι έρευνας διαφέρουν μεταξύ των μελετών, δεν είναι δυνατόν να προσφερθούν αξιόπιστες συγκρίσεις μεταξύ χωρών.
Οι επιστήμονες πιστεύουν μάλιστα ότι ο κορονοϊός μπορεί να έχει αλλάξει την προσωπικότητά μας, ιδίως των νέων ενηλίκων.
Ωστόσο η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών κατά τη διάρκεια του COVID σημείωσε αύξηση κατά 10% ή και περισσότερο μεταξύ 2019 και 2021 στις 14 χώρες του ΟΟΣΑ για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Για παράδειγμα, η χρήση αυξήθηκε κατά 22% στη Λετονία σε αυτά τα δύο χρόνια και μόλις κατά 1% στην Ουγγαρία.
Ωστόσο, αυτό συμβαίνει στο πλαίσιο μιας σταθερής τάσης αύξησης της κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών τα τελευταία 20 χρόνια. Ως εκ τούτου, απαιτείται περισσότερη έρευνα για να κατανοήσουμε τυχόν επιπτώσεις της πανδημίας σε αυτές τις πρόσφατες αυξήσεις.
Γιατί αυξήθηκε η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών
Υπάρχουν διάφορες πιθανές εξηγήσεις για την αύξηση αυτή τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Οι ερευνητές που μελέτησαν τις επιδράσεις στις τάσεις συνταγογράφησης αντικαταθλιπτικών στο Ηνωμένο Βασίλειο μεταξύ 1995 και 2011, πρότειναν ότι η αύξηση μπορεί να αποδοθεί στη βελτίωση της αναγνώρισης της κατάθλιψης, στη διαθεσιμότητα νέων φαρμάκων κατάθλιψης, στις αλλαγές στη στάση των ασθενών/Πατρών, στη διαθεσιμότητα των θεραπειών, στις εξελισσόμενες κλινικές κατευθυντήριες γραμμές και στη διεύρυνση του φάσματος των ενδείξεων που αντιμετωπίζονται με αντικαταθλιπτικά.
Πηγή: News247.gr
Πηγή: http://www.thestival.gr
Πηγή φωτογραφίας: https://secure.gravatar.com