14/12/2022
Το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ έχει συντάξει λίστα με πάνω από δώδεκα καρκίνους που σχετίζονται με το υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία. Το πώς η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου δεν ήταν ξεκάθαρο.
Η Marsha A. Moses, από το Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης, βρήκε άμεση σύνδεση της παχυσαρκίας με τον καρκίνο.
Εστιάζοντας σε μια κοινή μορφή καρκίνου, τον καρκίνο του μαστού μετά την εμμηνόπαυση, η Moses και η ομάδα της παρέχουν αδιάσειστα στοιχεία ότι η παχυσαρκία μπορεί να προκαλέσει το σχηματισμό νέων αιμοφόρων αγγείων, μια διαδικασία που ονομάζεται αγγειογένεση ή νεοαγγείωση. Μόλις τροφοδοτηθούν με αίμα, οι όγκοι μεγαλώνουν και γίνονται περισσότερο απειλητικοί.
Τα πειράματα των ερευνητών σε ποντίκια, έδειξαν επίσης ότι η χορήγηση ενός φαρμάκου για την αναστολή του σχηματισμού αιμοφόρων αγγείων, διατήρησε τους όγκους του μαστού σε λανθάνουσα κατάσταση.
«Γνωρίζουμε ότι μόλις τα αιμοφόρα αγγεία εισβάλλουν σε έναν όγκο, ο όγκος μπορεί να αρχίσει να αναπτύσσεται εκθετικά», λέει η Moses, η οποία διευθύνει το Πρόγραμμα Αγγειακής Βιολογίας στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης. «Αν καταφέρουμε να καθυστερήσουμε τους όγκους να ξεφύγουν από την αδράνεια ή να αναπτυχθούν γρήγορα, θα είναι λιγότερο δύσκολο να αντιμετωπιστούν».
Οι ερευνητές δημιούργησαν ένα σύνθετο μοντέλο παχύσαρκων ποντικών στην εμμηνόπαυση που θα τους επέτρεπε να παρατηρούν τη νεοαγγείωση του όγκου σε πραγματικό χρόνο. Στη συνέχεια έκαναν ένεση σε καρκινικά κύτταρα του μαστού, που έφεραν ένα ένζυμο που ονομάζεται λουσιφεράση, στα μαστικά λιπώδη επιθέματα τόσο των παχύσαρκων όσο και των αδύνατων ποντικών.
Τέλος, για να ανιχνεύσουν την εισβολή νέων αιμοφόρων αγγείων στους όγκους, ενέχυσαν μια άλλη ένωση, τη λουσιφερίνη, στην κυκλοφορία του αίματος των ζώων. Όταν η λουσιφεράση και η λουσιφερίνη συναντώνται, στέλνουν σήμα ότι τα αιμοφόρα αγγεία έχουν φτάσει στον όγκο.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές παρακολούθησαν την ανάπτυξη του όγκου μέσω μιας σειράς απεικονιστικών μελετών.
Αρχικά, οι όγκοι δεν έδωσαν κάποια ένδειξη επειδή δεν έφτασαν σε αυτούς αιμοφόρα αγγεία, άρα και λουσιφερίνη. Εντός όμως 3-6 εβδομάδων, τα αιμοφόρα αγγεία άρχισαν να εισβάλλουν στους όγκους των παχύσαρκων ποντικών, οι οποίοι έστειλαν εμφανές σήμα. Αντίθετα, οι όγκοι στα μη παχύσαρκα ποντίκια παρέμεναν αδρανείς στις 12 εβδομάδες.
Περαιτέρω έρευνα έδειξε ότι τα λιποκύτταρα των παχύσαρκων ποντικιών εκκρίνουν περισσότερες ενώσεις που προάγουν την αγγειογένεση: λιποκαλίνη-2, αγγειακό ενδοθηλιακό αυξητικό παράγοντα και βασικό αυξητικό παράγοντα ινοβλαστών. Αυτές οι ενώσεις επέτρεψαν στους όγκους να βγουν από την αδράνεια και να αρχίσουν να εξελίσσονται.
«Με την παχυσαρκία, τα λιποκύτταρα μεγαλώνουν πολύ και καθώς συμβαίνει αυτό, στερούνται οξυγόνου και αρχίζουν να πεθαίνουν μέσω της απόπτωσης, η οποία συχνά οδηγεί σε φλεγμονή», εξηγεί ο Roy. «Αυτό αναγκάζει τα λιποκύτταρα να εκκρίνουν αγγειογόνους παράγοντες για να προσελκύσουν περισσότερα αιμοφόρα αγγεία και να αυξήσουν την παροχή οξυγόνου. Εάν υπάρχει ένας αδρανής όγκος στον ιστό, πλέον περιβάλλεται από αυτό το φλεγμονώδες, αγγειογενετικό μικροπεριβάλλον και μπορεί να ενεργοποιηθεί».
Όταν τα παχύσαρκα ποντίκια έλαβαν sunitinib, ένα φάρμακο που αναστέλλει το σχηματισμό αιμοφόρων αγγείων, η λανθάνουσα κατάσταση του όγκου παρατάθηκε και η επιβίωση επιμηκύνθηκε. Τα πειράματα έχουν δείξει σε πολλά μοντέλα ποντικιών ότι τέτοιοι αναστολείς μπορούν να διατηρήσουν τους όγκους του μαστού σε λανθάνουσα κατάσταση.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό έντυπο Proceedings of the National Academy of Sciences.