1/7/2025
Έπειτα από ανάλυση δεδομένων των τελευταίων 50 ετών από το Κέντρο Οικολογίας και Υδρολογίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKCEH) σχετικά με τα δάση της χώρας, προκύπτει ότι οι εκτάσεις αυτές απειλούνται από την κλιματική αλλαγή, τις ασθένειες και τα… ελάφια.
Η έρευνα, η οποία ξεκίνησε το 1971 και συνεχίστηκε ως το 2021, εστίασε σε 97 δάση σε διαφορετικά σημεία της Μεγάλης Βρετανίας.
Διαπιστώθηκε ότι τις τελευταίες δεκαετίες η ανάπτυξη της κομοστέγης έχει οδηγήσει σε αυξημένη σκίαση που έχει ως συνέπεια τη μείωση της βιοποικιλότητας σε ορισμένα σημεία, ενώ σε άλλα παρατηρείται ακριβώς το αντίθετο, με πολλά κενά εξαιτίας ασθένειας που προκαλείται από τον μύκητα Hymenoscyphus fraxineus μπορεί να προκαλέσει την απώλεια των φύλλων, τη νέκρωση των κλαδιών, ακόμα και το θάνατο του δέντρου.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι καθώς τα πυκνά δάση προστατεύουν το οικοσύστημα από επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, τα «ανοίγματα» που παρατηρούνται θα μπορούσαν να ελαττώσουν την ικανότητα των φυτών και των δέντρων να μετριάσουν αυτές τις συνέπειες, ιδίως από την αυξημένη θερμοκρασία και τις σφοδρές βροχοπτώσεις.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις των επιστημόνων, καθώς η κλιματική αλλαγή αναμένεται να προκαλέσει ακραία καιρικά φαινόμενα, θα αυξηθεί η συχνότητα των ασθενειών στα δέντρα. Ως αποτέλεσμα θα δημιουργηθεί ένας φαύλος κύκλος με κενά στην κομοστέγη, γεγονός που θα οδηγήσει σε μειωμένη ικανότητα της βλάστησης να αντιμετωπίσει το μεταβαλλόμενο κλίμα και τα παράσιτα.
Την ίδια ώρα, η ερευνητική ομάδα αναφέρει ότι παρότι οι ασθένειες έχουν περιορίσει την αναγέννηση των δέντρων, έχουν αυξήσει την ποικιλομορφία της χλωρίδας του εδάφους, αλλά μόνο εκεί που υπάρχουν αρκετά ελάφια. Αυτό υποδηλώνει ότι υπάρχει μια αντιστάθμιση μεταξύ της διατήρησης της ποικιλομορφίας της χλωρίδας του εδάφους και της αναγέννησης των δασών. Ωστόσο, η βόσκηση ελαφιών είναι πιθανό να αυξήσει την ποικιλομορφία των ποωδών ειδών σε αντίθεση με συγκεκριμένα δασικά φυτά.
Η περιβαλλοντολόγο του UKCEH, Φιόνα Σίτον, επικεφαλής της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Proceedings of the Royal Society B, δήλωσε: «Η μελέτη μας επιβεβαιώνει ότι το δασικό οικοσύστημα ανταποκρίνεται με πολύπλοκους τρόπους στις αλλαγές στη διαχείριση, στις ασθένειες, στους πληθυσμούς ελαφιών και στο κλίμα, και το μέλλον των δασών μας θα εξαρτηθεί από τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ αυτών των απειλών και όχι από τις μεμονωμένες επιπτώσεις τους».
Επομένως, οι ειδικοί καλούν τους αρμοδίους να εφαρμόσουν τα απαραίτητα μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις των παραγόντων που επηρεάζουν τα δάση, ώστε να γίνει σωστή διαχείριση των δασικών εκτάσεων.
Αναλυτικότερα, εξηγούν ότι αν προτεραιότητα αποτελεί η ποικιλομορφία της χλωρίδας του εδάφους, τότε μπορεί να απαιτείται ενεργή διαχείριση, ιδίως σε μικρά δάση, τόσο για τη δημιουργία «ανοιγμάτων» στην κομοστέγη όσο και για τον έλεγχο ειδών που αναστέλλουν την ανάπτυξη άλλων ειδών.
Επιπλέον, η προώθηση της αναγέννησης των δέντρων θα απαιτούσε την προστασία των φυτικών ειδών από τα ελάφια, με τον έλεγχο των ζώων ή καλύπτοντας τα φυτά που προτιμούν.
Συνολικά, στόχος είναι ο συνδυασμός συνθηκών ώστε να προστατευτεί η βιοποικιλότητα και η αναγέννηση των δασών.