7/5/2024
Μπορεί το κλειδί για την αποτροπή της κλιματικής καταστροφής να είναι μια χώρα; Η απάντηση είναι θετική, αν δεν μιλάμε για οποιαδήποτε χώρα, αλλά για την Ινδία…
Έτσι, σύμφωνα με τους ειδικούς, οι αποφάσεις που θα ληφθούν στην Ινδία τα επόμενα χρόνια θα διαδραματίσουν βασικό ρόλο στις παγκόσμιες προσπάθειες για την αποτροπή των πιο καταστροφικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Η χώρα έχει μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στον κόσμο, με αποτέλεσμα η κατανάλωση ενέργειας να αυξάνεται ραγδαία. Ωστόσο, εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ορυκτά καύσιμα.
Οι εκλογές και ο μεγάλος «ρυπαντής»
Η Ινδία οδεύει προς γενικές εκλογές τον Ιούνιο του 2024 και τα δύο μεγάλα κόμματα, αλλά και οι περισσότεροι πολίτες, υποστηρίζουν την απεξάρτηση της αχανούς χώρας από τα ορυκτά καύσιμα το συντομότερο δυνατό.
Την ίδια ώρα, παγκόσμιοι οργανισμοί όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, έχουν δεσμευτεί να βοηθήσουν στη χρηματοδότηση των προσπαθειών για τη μείωση της κλιματικής ρύπανσης. Ωστόσο, πολλοί ειδικοί εκτιμούν ότι χρειάζεται περισσότερη βοήθεια, ώστε η Ινδία και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες να επιτύχουν τους ενεργειακούς τους στόχους.
Όπως δήλωσε πρόσφατα ο Ινδός υπουργός Περιβάλλοντος, Rameshwar Prasad Gupta, «χωρίς επαρκή χρηματοδότηση για το κλίμα να είναι οριστικά διαθέσιμη, δεν μπορούμε να δεσμευτούμε» να περιορίσουμε τις εκπομπές άνθρακα της Ινδίας αρκετά γρήγορα, ώστε να επιτύχουμε τους στόχους της χώρας στο πλαίσιο της παγκόσμιας συμφωνίας του Παρισιού.
Για να αντιληφθούμε καλύτερα την κατάσταση, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Ινδία έχει δημιουργήσει μόνο περίπου το 3% της συνολικής ιστορικής ρύπανσης του κλίματος σε σύγκριση με το 25% των ΗΠΑ. Ωστόσο, είναι η τρίτη χώρα με τη μεγαλύτερη ρύπανση άνθρακα σήμερα.
Για να έχει την ευκαιρία να επιτύχει τους στόχους του Παρισιού, ο κόσμος δεν μπορεί να αντέξει για την Ινδία και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες τον ίδιο δρόμο που εφαρμόστηκε στο παρελθόν, με την καύση «φθηνών» ορυκτών καυσίμων, δεδομένου ότι τώρα γνωρίζουμε το τεράστιο έμμεσο κόστος που έχουν στο περιβάλλον και την υγεία.
Το μέγεθος της οικονομίας της Ινδίας έχει σχεδόν διπλασιαστεί από τότε που ο Ναρέντρα Μόντι έγινε πρωθυπουργός, πριν από μια δεκαετία. Η χώρα ξεπέρασε την Κίνα πέρυσι και έγινε η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα στον κόσμο, με πάνω από 1,4 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Ο αριθμός των Ινδών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας έχει μειωθεί από 317 εκατομμύρια το 2016 σε 140 εκατομμύρια σήμερα, αν και το 90% του πληθυσμού εξακολουθεί να ζει με λιγότερα από 10 δολάρια την ημέρα.
Με τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης έρχεται μεγαλύτερη χρήση ενέργειας και περισσότερη ρύπανση. Η κατανάλωση άνθρακα της Ινδίας έχει σχεδόν τριπλασιαστεί από το 2005. Η Ινδία αντιπροσωπεύει το 14% της παγκόσμιας ζήτησης άνθρακα, πίσω μόνο από την Κίνα και αναμένεται να αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης της παγκόσμιας κατανάλωσης άνθρακα τα επόμενα χρόνια. Η συνολική ρύπανση του κλίματος στην Ινδία είναι περίπου 75% υψηλότερη από ό,τι το 2005, κυρίως λόγω της ενέργειας με καύση άνθρακα.
Ωστόσο, αν και οι εκπομπές άνθρακα ανά άτομο έχουν διπλασιαστεί από το 2005, το αποτύπωμα άνθρακα του μέσου Ινδού παραμένει λιγότερο από το ήμισυ του παγκόσμιου μέσου όρου και επτά φορές χαμηλότερο από τον μέσο όρο του Αμερικανού.
Ευάλωτη στην κλιματική αλλαγή
Όπως και άλλες βιομηχανικές χώρες, η Ινδία είναι από τις πιο ευάλωτες στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με στοιχεία του 2018, η κλιματική αλλαγή θα επιβάλει το υψηλότερο κοινωνικό κόστος στην Ινδία από οποιαδήποτε χώρα, κυρίως λόγω του ήδη ζεστού κλίματος της σε συνδυασμό με τη μεγάλη και ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία της, της οποίας η ανάπτυξη θα περιοριστεί από κλιματικές ζημιές, όπως ακραία κύματα καύσωνα, ξηρασίες και πλημμύρες.
Η υπερβολική ζέστη θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα επικίνδυνη. Μια μελέτη του 2023 διαπίστωσε ότι στην τρέχουσα πορεία περίπου 2,7 βαθμών Κελσίου υπερθέρμανσης του πλανήτη έως το 2100, περίπου 600 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ινδία θα εκτεθούν σε πρωτοφανή επικίνδυνη ζέστη. Επίσης, διαπιστώνεται ότι ένα επικίνδυνο κύμα καύσωνα στην Ινδία και το Πακιστάν είναι πλέον 30 φορές πιο πιθανό από την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Ακόμη, οι υψηλές θερμοκρασίες έχουν καταστροφικές συνέπειες στη γεωργία. Οι Ινδοί αγρότες αντλούν περισσότερα υπόγεια ύδατα για να αρδεύσουν τις καλλιέργειές τους, επιδεινώνοντας τις ξηρασίες και την εξάντληση του υδροφόρου ορίζοντα, κάτι που θα απειλήσει περαιτέρω την ασφάλεια των τροφίμων και του νερού της Ινδίας τις επόμενες δεκαετίες. Είναι ένας αντίκτυπος με παγκόσμιες επιπτώσεις, δεδομένου ότι η Ινδία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός δημητριακών στον κόσμο, όπως το ρύζι και το σιτάρι.
Οι δεσμεύσεις και οι «αστερίσκοι»
Η Ινδία έχει αναλάβει δύο βασικές δεσμεύσεις: Να μειώσει την ένταση των εκπομπών της οικονομίας της κατά 45% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005 έως το 2030 και να επιτύχει περίπου 50% σωρευτική εγκατεστημένη ισχύ ηλεκτρικής ενέργειας από ενεργειακούς πόρους πλην ορυκτών καυσίμων έως το 2030, με τη μεταφορά τεχνολογίας και χαμηλού κόστους διεθνή χρηματοδότηση.
Η πρώτη δέσμευση αντικατοπτρίζει την πρόκληση της άμεσης μείωσης της ρύπανσης του κλίματος, καθώς η ινδική οικονομία και η ζήτηση ενέργειας αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς. Έτσι, η χώρα θα μειώσει μια συγκεκριμένη ποσότητα, δηλαδή τόνους ρύπανσης άνθρακα ανά δολάριο οικονομικής δραστηριότητας. Μια μέτρηση, όμως, που επιδέχεται αμφισβήτησης. Ωστόσο, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας, η Παγκόσμια Τράπεζα και η ινδική κυβέρνηση εκτιμούν ότι μέχρι στιγμής έχει μειωθεί μεταξύ 20% και 33% από το 2005 και η χώρα βρίσκεται σε καλό δρόμο να ξεπεράσει τη δέσμευσή της για μείωση 45% έως το 2030.
Με βάση τη δεύτερη δέσμευση, στοχεύει το ήμισυ της δυναμικότητάς της να προέρχεται από καθαρούς πόρους έως το 2030. Η Ινδία είναι μια ηλιόλουστη χώρα με μεγάλο δυναμικό ηλιακής ενέργειας, και έτσι τα ηλιακά πάρκα αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς. Έτσι, οι καθαρές πηγές αντιπροσωπεύουν το 41% της ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ινδίας σήμερα, από περίπου 30% το 2005.
Ωστόσο, η χωρητικότητα ισχύος αναφέρεται στη μέγιστη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που μπορεί να παραχθεί ανά πάσα στιγμή. Οι ηλιακοί συλλέκτες μπορούν να παράγουν τη μέγιστη ισχύ μόνο όταν έχει ήλιο. Ως αποτέλεσμα, παράγουν σημαντικά λιγότερη ηλεκτρική ενέργεια σε σχέση με τη χωρητικότητά τους από μια λιγότερο μεταβλητή πηγή όπως ένα υδροηλεκτρικό φράγμα ή ένας σταθμός ηλεκτροπαραγωγής άνθρακα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο άνθρακας εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει πάνω από το 70% της ινδικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, σε σύγκριση με το ένα τέταρτο από καθαρές πηγές.
Η Ινδία βρίσκεται σε καλό δρόμο για να εκπληρώσει τη δέσμευσή της να φτάσει το 50% της καθαρής ενέργειας μέχρι το 2030, αλλά για το άμεσο μέλλον, το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας θα προέρχεται από την καύση άνθρακα. Μια ταχύτερη μετάβαση θα βοηθούσε και τη βελτίωση της δημόσιας υγείας, καθώς μελέτη του 2021 έδειξε ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση από τους εγκατεστημένους και προγραμματισμένους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής άνθρακα θα ήταν υπεύθυνη για πάνω από 100.000 πρόωρους θανάτους ετησίως.
Πάντως, οι οικονομικές αναλύσεις συμπεραίνουν ότι η Ινδία χρειάζεται 10 τρισ. δολάρια για να φτάσει στο net-zeroμέχρι το 2070, κάτι που σημαίνει ότι η διεθνής χρηματοδότηση για το κλίμα θα πρέπει να είναι πολύ υψηλότερη από ό,τι είναι σήμερα…
Πηγή: https://www.newmoney.gr
Πηγή φωτογραφίας: https://secure.gravatar.com