9/2/2024
Από τα 100 δισ. ενδύματα που παράγονται κάθε χρόνο, 92 εκατ. τόνοι καταλήγουν σε χωματερές, κάθε δευτερόλεπτο ένα απορριμματοφόρο γεμάτο ρούχα φτάνει σε χώρους υγειονομικής ταφής, 2.700 λίτρα νερού χρειάζονται για την παραγωγή μίας μπλούζας, 134 εκατ. τόνοι ετησίως υπολογίζονται τα απορρίμματα γρήγορης μόδας μέχρι το 2030, κατά 50% θα αυξηθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τη βιομηχανία ένδυσης το ίδιο διάστημα. Αυτοί είναι μόνο μερικοί αριθμοί που συνδέονται με τον καταναλωτισμό και την ρυπογόνα βιομηχανία της «fast fashion», ενώ ακόμα περισσότερα είναι τα ποσοστά που προκύπτουν από τα συνθετικά υφάσματα, τα οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανακυκλωθούν. Εξάλλου, το 75% αυτών που βρίσκονται στην αγορά είτε καταλήγει με τη σειρά του σε χώρο υγειονομικής ταφής, είτε καίγεται.
Δεν είναι τυχαίο ότι περίπου 10% των μικροπλαστικών που διοχετεύονται στις θάλασσες κάθε χρόνο προέρχεται από είδη ρουχισμού, καθώς κάθε φορά που πλένονται αποβάλλονται μικρονήματα που περνούν μέσα από το αποχετευτικό σύστημα στις υδάτινες οδούς.
Ωστόσο, στη Δανία όπου οι πολίτες είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στο θέμα της ανακύκλωσης, της βιωσιμότητας και του σεβασμού στο περιβάλλον, αναπτύσσεται τεχνολογία χάρη στην οποία θα είναι δυνατός ο διαχωρισμός της ελαστάνης, η οποία περιέχεται σε πολλά ρούχα.
Μπορεί η ελαστάνη να βοηθά ώστε τα ρούχα να είναι, όπως προδίδει το όνομα, ελαστικά και να αγκαλιάζουν το σώμα, ωστόσο όταν συνδυάζεται με φυσικές ίνες -βαμβάκι ή μαλλί- καθιστά σχεδόν αδύνατη την αποτελεσματική ανακύκλωση των ρούχων, αφού ο διαχωρισμός των ινών είναι εξαιρετικά δύσκολος.
Στη Δανία μόνο το 6% των ρούχων ανακυκλώνεται, συγκριτικά με το 32% όλων των πλαστικών συσκευασιών που φτάνει επιτυχώς στις εγκαταστάσεις ανακύκλωσης.
Αυτό όμως μπορεί να αλλάξει, σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή Στέφαν Κβιστ Κρίστενσεν από το Διεπιστημονικό Κέντρο Νανοεπιστήμης του Πανεπιστημίου Άαρχους, ο οποίος με την ομάδα του βρίσκεται πίσω από μια νέα τεχνολογία που μπορεί να διαχωρίσει τις ίνες σε μεικτά υφάσματα.
«Αναπτύξαμε μια μέθοδο για την πλήρη αφαίρεση της ελαστάνης από το νάιλον. Με το βαμβάκι δεν τα έχουμε καταφέρει, επειδή κάποιες από τις ίνες του διασπώνται κατά τη διαδικασία. Πιστεύουμε όμως ότι, με κάποιες μικρές προσαρμογές, μπορούμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα», δήλωσε ο καθηγητής.
«Μπορούμε να αποσυναρμολογήσουμε το ύφασμα, ώστε να ανακυκλώνουμε πολλά περισσότερα υφάσματα στο μέλλον», πρόσθεσε σχετικά με την εργασία που δημοσιεύθηκε στο Green Chemistry.
Αναλυτικότερα, οι ερευνητές κατέληξαν ότι οι ίνες ελαστάνης που τυλίγονται γύρω από τις κύριες ίνες, όπως το βαμβάκι ή το νάιλον «σπάνε μόνο αν σπάσουμε τις μεγάλες αλυσίδες των μορίων. Οι πολλοί κρίκοι της αλυσίδας ελαστάνης συνδέονται μεταξύ τους με ένα μικρό μόριο που ονομάζεται διαμίνη. Θερμαίνοντας τα ρούχα στους 225° Κελσίου και προσθέτοντας μια συγκεκριμένη αλκοόλη, βρήκαμε μια μέθοδο για να σπάσουμε τους δεσμούς της ελαστάνης. Όταν συμβαίνει αυτό, οι αλυσίδες σπάνε και τα υλικά διαχωρίζονται».
Η όλη διαδικασία πραγματοποιείται μέσα σε μια μεγάλη «χύτρα ταχύτητας» η οποία γεμίζει με υφάσματα. Στη συνέχεια προστίθεται αλκοόλη και θερμαίνεται. Παραμένει στο σκεύος για περισσότερες από τέσσερις ώρες και μόλις η διαδικασία ολοκληρωθεί οι ίνες έχουν διαχωριστεί.
Η χρήση σκληρών χημικών δεν αποτελεί λύση για τις ίνες των ρούχων και για αυτό το λόγο χρησιμοποιείται οινόπνευμα και μία βάση υδροξειδίου του καλίου, ή κοινώς καυστική ποτάσα.
«Το υδροξείδιο του καλίου είναι ένα από τα κύρια συστατικά στο συνηθισμένο καθαριστικό αποχέτευσης. Διαπιστώσαμε ότι η προσθήκη του επιταχύνει τη διαδικασία. Απλώς αυξάνει την ταχύτητα της χημικής αντίδρασης», εξήγησε ο Κρίστενσεν.
Όπως αναφέρει η διαδικτυακή πλατφόρμα Phys.org, μέχρι στιγμής ο καθηγητής και η ομάδα του έχουν πειραματιστεί μόνο με νάιλον καλσόν, επομένως η τεχνολογία που αναπτύσσουν δεν είναι ακόμη έτοιμη για εφαρμογή σε βιομηχανική κλίμακα.
Επομένως, εναπόκειται στη βιομηχανία να αγκαλιάσει τη μέθοδο ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί σε μεγαλύτερη κλίμακα με μεγαλύτερη πιθανότητα, σύμφωνα με τον Κρίστενσεν, αυτό να συμβεί στη Γερμανία όπου οι εγκαταστάσεις ανακύκλωσης είναι μεγαλύτερες.
«Αν θέλουμε να πετύχουμε με αυτό, πρέπει να πείσουμε τα μεγάλα χημικά εργοστάσια να συμμετάσχουν», συμπλήρωσε.
Πηγή: https://www.newmoney.gr
Πηγή φωτογραφίας: https://secure.gravatar.com