Κεντρική

Ντέιβιντ Γκίλμορ

Ο Ντέιβιντ Γκίλμορ (David Gilmour) είναι άγγλος κιθαρίστας και συνθέτης από τις σημαντικές προσωπικότητες της ροκ μουσικής. Αναδείχθηκε σε ηγετική μορφή των Pink Floyd μετά την αποχώρηση του Σιντ Μπάρετ από το συγκρότημα και θαυμάζεται για τον κοφτό και ατμοσφαιρικό ήχο του στην κιθάρα. Παράλληλα, ακολούθησε μία σόλο καριέρα που συνεχίζεται με επιτυχία μέχρι σήμερα, έχοντας συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα της ροκ μουσικής.

Τα πρώτα βήματα

Ο Ντέιβιντ Τζον Γκίλμορ γεννήθηκε στο Κέιμπριτζ της Αγγλίας στις 6 Μαρτίου 1946, από γονείς εκπαιδευτικούς. Ο πατέρας του ήταν λέκτορας της Ζωολογίας στο τοπικό πανεπιστήμιο και η μητέρα του δασκάλα. Συμμαθητής του στο σχολείο ήταν ο Ρότζερ Μπάρετ, ο κατοπινός Σιντ Μπάρετ των Pink Floyd. Οι δύο συμμαθητές ξαναβρέθηκαν αργότερα στο Κολέγιο Τεχνών και Τεχνολογίας του Κέιμπριτζ, όπου άρχισαν να ενδιαφέρονται περισσότερο για τη μουσική. Έμαθαν κιθάρα, όπως και ο φίλος του Μπάρετ, Ρότζερ Γουότερς.https://imasdk.googleapis.com/js/core/bridge3.559.1_en.html#goog_531455743

Το 1963 ο Γκίλμορ εντάχθηκε στο συγκρότημα Jokers Wild, που έπαιζε διασκευές R&B. Το 1965 πέρασε το καλοκαίρι του στη Γαλλία, παρέα με τον Μπάρετ και μετά την επιστροφή του στην Αγγλία έπαιξε για λίγο στα συγκρότημα Flowers και Bullit, μία ανανεωμένη έκδοση των Jokers Wild. Εν τω μεταξύ, ο Μπάρετ με τον Γουότερς συνεργάστηκαν με τους Ρικ Ράιτ και Νικ Μέισον και σχημάτισαν το συγκρότημα Tea Set, που αργότερα μετονομάστηκε σε Pink Floyd.

Το 1967 οι Pink Floyd βρίσκονταν στην κορυφή της ψυχεδελικής σκηνής του Λονδίνου, με τα τραγούδια τους «Arnold Layne» και «See Emily Play» και το άλμπουμ «Piper at the Gates of Dawn». Ωστόσο, τα πολλά προσωπικά προβλήματα του Μπάρετ έφεραν στο συγκρότημα τον Γκίλμορ για να βοηθήσει με την κιθάρα και τα φωνητικά του τον παιδικό του φίλο.

Στους Pink Floyd

Ο Ντέιβιντ Γκίλμορ με τους Pink Floyd

Ο Γκίλμορ γρήγορα πήρε την κατάσταση στα χέρια του και ο Μπάρετ, αδυνατώντας ν’ αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του, τέθηκε εκτός συγκροτήματος. Έκανε το δισκογραφικό ντεμπούτο του με τους Pink Floyd με το άλμπουμ «A Saucerful of Secrets» (1968) και τα επόμενα χρόνια ο ήχος του συγκροτήματος εξελίχθηκε από την ψυχεδελική ποπ προς ένα φιλόδοξο προοδευτικό και πειραματικό ροκ. Η κιθάρα του Γκίλμορ έγινε σήμα κατατεθέν του συγκροτήματος και ο ίδιος είχε σημαντικό ρόλο στη σύνθεση τραγουδιών, με αποκορύφωμα το άλμπουμ «The Dark Side of the Moon» (1973), που σημείωσε μία άνευ προηγουμένου διεθνή επιτυχία και τους καθιέρωσε ως ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα της ροκ μουσικής.

Η επιτυχία των Pink Floyd συνεχίστηκε με το άλμπουμ «Wish You Were Here» (1975), αλλά καθώς ο Γουότερς άρχισε να κυριαρχεί στη σύνθεση, ο Γκίλμορ άρχισε να ψάχνει άλλες ευκαιρίες για να εκφραστεί. Ήδη είχε συμμετάσχει στα άλμπουμ των Ρόι Χάρπερ («HQ») και Unicorn, ενώ κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης του άλμπουμ των Pink Floyd «Animals» (1977), ο Γκίλμορ άρχισε να επεξεργάζεται το υλικό του πρώτου του προσωπικού δίσκου, που κυκλοφόρησε το 1978 με τίτλο το όνομά του.

Το 1978 ήταν συμπαραγωγός στο ντεμπούτο άλμπουμ της Κέιτ Μπους «The Kick Inside» και συμμετείχε στο άλμπουμ των Wings «Back to the Egg» (1979). Το 1979 κυκλοφόρησε το ενδέκατο άλμπουμ των Pink Floyd «The Wall», που έγινε άλλη μία τεράστια επιτυχία για το συγκρότημα. Στο δίσκο αυτό κυριάρχησε συνθετικά ο Ρότζερ Γουότερς και ο Γκίλμορ περιορίστηκε σε τέσσερα κομμάτια, τα οποία συνυπέγραψε με τον Γουότερς, ένα από τα οποία ήταν η επιτυχία «Comfortably Numb». Οι εντάσεις μέσα στο συγκρότημα αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης του άλμπουμ και ο Ρικ Ράιτ εκδιώχθηκε από το συγκρότημα. Το 1983 οι Pink Floyd κυκλοφόρησαν το «The Final Cut», που ήταν και ο τελευταίος δίσκος με τη συμμετοχή των Γκίλμορ και Γουότερς στη σύνθεσή τους.

Η προσωπική καριέρα

Το συγκρότημα σίγησε προσωρινά και ο Γκίλμορ κυκλοφόρησε το δεύτερο σόλο άλμπουμ του με τίτλο «About Face» (1984), δάνεισε το κιθαριστικό ταλέντο του σε άλμπουμ των Πολ ΜακΚάρτνεϊ («Give My Regards to Broad Street»), Μπράιαν Φέρι («Legend», «Boys and Girls»), Πιτ Τάουνσεντ («White City: A Novel») και Supertramp («Brother Where You Bound») κι έκανε την παραγωγή στο παρθενικό άλμπουμ των Dream Academy. Το 1984 ο Γουότερς με αγωγή του ζήτησε τη διάλυση των Pink Floyd, αλλά το δικαστήριο την απέρριψε. Ο Γκίλμορ έγινε ο ηγέτης και βασικός τραγουδοποιός του συγκροτήματος. Η νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε στους Pink Floyd με την αποχώρηση του Γουότερς αποτυπώθηκε στο άλμπουμ «A Momentary Lapse of Reason» (1987), το οποίο υποστηρίχτηκε από μία επιτυχημένη περιοδεία.

Ο Ντέιβιντ Γκίλμορ το 1984, κατά τη διάρκεια περιοδείας για το άλμπουμ «About Face»

Τα επόμενα χρόνια ο Γκίλμορ συνεργάστηκε στα άλμπουμ των Γουόρεν Ζίβον («Transverse City»), Πολ ΜακΚάρτνεί («Flowers in the Dirt») και Έλτον Τζον («The One»), ενώ παράλληλα έγραφε κομμάτια για το νέο άλμπουμ των Pink Floyd, που κυκλοφόρησε το 1994 με τίτλο «The Division Bell». Για άλλη μια φορά, ακολούθησε μία μεγάλη διεθνής περιοδεία, που αποτυπώθηκε στο λάιβ άλμπουμ «Pulse» (1995).

Το 2005 ο Γκίλμορ επανενώθηκε με τους Γουότερς, Μέισον και Ράιτ για μία μοναδική συναυλία ως Pink Floyd στο Λονδίνο για την καταπολέμηση της παγκόσμιας φτώχειας, αλλά το συγκρότημα με τη σύνθεση αυτή απέρριψε δελεαστικές προτάσεις για μία παγκόσμια περιοδεία. «Έζησα υπέροχες στιγμές μαζί τους, αλλά όλα έχουν ένα τέλος. Για μένα είναι λιγότερο περίπλοκο να δουλεύω μόνος μου» δήλωσε ο Γκίλμορ, ξεκόβοντας κάθε πιθανότητα επανένωσης της σύνθεσης των μεγάλων επιτυχιών του συγκροτήματος.

Ο Γκίλμορ έδωσε μία σειρά ακουστικών συναυλιών με κριτική αποδοχή στο Λονδίνο το 2002 και το 2006 κυκλοφόρησε ένα νέο σόλο άλμπουμ με τίτλο «On a Island», που υποστηρίχτηκε από μία μεγάλη περιοδεία. Η συναυλία του Λονδίνου βιντεοσκοπήθηκε και κυκλοφόρησε σε DVD το 2007 με τίτλο «Remember That Night: Live at the Royal Albert Hall», ενώ μία συναυλία με πλήρη ορχήστρα στα ιστορικά ναυπηγεία του Γκντανσκ κυκλοφόρησε το 2008 με τίτλο «Live in Gdansk». Το 2010 συνεργάστηκε με εμβληματικό σχήμα της ηλεκτρονικής μουσικής The Orb στο άλμπουμ τους «Metallic Spheres».

Ο Γκίλμορ αποφάσισε να κλείσει το κεφάλαιο Pink Floyd το 2014 με τον δίσκο «The Endless River», που περιείχε παλαιότερο ακυκλοφόρητο υλικό του συγκροτήματος σε παραγωγή του Φιλ Μανζανίρα. Τον επόμενο χρόνο ξανασυνεργάστηκε με τον Μανζανίρα στο τέταρτο προσωπικό του άλμπουμ με τίτλο «Rattle That Lock». 45 χρόνια μετά την κινηματογραφημένη συναυλία των Pink Floyd στο ρωμαϊκό αμφιθέατρο της Πομπηίας με τίτλο «Pink Floyd: Live at the Pompeii», o Γκίλμορ επανήλθε στο χώρο κι έδωσε δύο φαντασμαγορικές συναυλίες, με κοινό αυτή τη φορά, τον Ιούλιο του 2016. Από τις δύο αυτές συναυλίες προέκυψε το άλμπουμ και η ταινία με τίτλο «Live at Pompeii», που κυκλοφόρησαν το 2017.

Όταν δεν είναι απασχολημένος με τη μουσική, ο Ντέιβιντ Γκίλμορ αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. Το 2003 πούλησε το σπίτι του στο Λονδίνο και δώρισε τα 3,6 εκατομμύρια λίρες του τιμήματος στη μ.κ.ο. «Crisis», η οποία φροντίζει αστέγους.

Πηγή: https://www.sansimera.gr

Related posts

Ψευδοουρική αρθρίτιδα: Τι είναι, συμπτώματα, αίτια και αντιμετώπιση

xristiana

E.E.A.: Athens Run για επιχειρηματίες, επαγγελματίες και εργαζόμενους

xristiana

Καιρός: Φθινοπωρινό σκηνικό με βροχές και καταιγίδες από τη Δευτέρα – Σημαντική πτώση της θερμοκρασίας

xristiana