Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας. Κέρδισε παγκόσμια φήμη στις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα με το βιβλίο του η «Σύγκρουση των Πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης», με το οποίο προσπάθησε να εξηγήσει τον μεταψυχροπολεμικό κόσμο με πολιτισμικούς όρους.
Ο Σάμιουελ Χάντινγκτον γεννήθηκε στις 18 Απριλίου 1927 στη Νέα Υόρκη και μεγάλωσε σ’ ένα μικρό μεσοαστικό διαμέρισμα στην περιοχή της Αστόριας στο Κουίνς και αργότερα στο Ανατολικό Μπρονξ. Ο πατέρας του, Ρίτσαρντ Τόμας Χάντινγκτον, εργαζόταν ως δημοσιογράφος και εκδότης ξενοδοχειακών, ενώ η μητέρα του, Ντόροθι Σάνμπορν Φίλιπς ασχολείτο με τη λογοτεχνία ως διηγηματογράφος.
Τελειώνοντας το δημόσιο γυμνάσιο «Πίτερ Στάιβεσαντ» στα 16 του χρόνια, ο ευφυής μοναχογιός της οικογένειας Χάντινγκτον γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, από το οποίο αποφοίτησε το 1946 με εξαιρετικές διακρίσεις. Έπειτα υπηρέτησε για μικρό χρονικό διάστημα στον αμερικανικό στρατό και στη συνέχεια φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, απ’ όπου πήρε το πρώτο του μάστερ στις πολιτικές επιστήμες το 1948. Αμέσως μετά μετακόμισε στο Χάρβαρντ, απ’ όπου έλαβε διδακτορικό το 1951 και διετέλεσε καθηγητής ως το 1958.
Η επίπονη τετράμηνη προσπάθειά του να φέρει εις πέρας τη διδακτορική του διατριβή το 1950 είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση του διαβήτη, από τον οποίο έπασχε και τον ανάγκαζε να ελέγχει έξι φορές την ημέρα τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα του και να κάνει ημερησίως τρεις ενέσεις ινσουλίνης. Όταν του αρνήθηκαν τη μονιμοποίηση στο εκπαιδευτικό προσωπικό του Χάρβαρντ, στράφηκε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, που του προσέφερε τη θέση του υποδιευθυντή στο Ινστιτούτο Σπουδών Πολέμου και Ειρήνης για μια τετραετία, ως τη στιγμή που το Χάρβαρντ τον κέρδισε ξανά.
Από το 1963 και μέχρι τον θάνατό του παρέμεινε καθηγητής σε θέματα άμυνας και διεθνών σχέσεων στο ιστορικό πανεπιστήμιο της Βοστώνης, όπου ζούσε με τη σύζυγό του Νάνσι Αρκελιάν και τους δυο γιους τους. Ανάμεσα στους μαθητές του ξεχωρίζουν ο πολιτικός επιστήμονας Φράνσις Φουκουγιάμα, συγγραφέας του περίφημου βιβλίου «Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος» και ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Φαρίντ Ζακάρια, με δική του εκπομπή στο CNN και διευθυντής περιοδικών, όπως το «Newsweek International» και το «Foreign Affairs».
Παράλληλα με τα ακαδημαϊκά του καθήκοντα, υπήρξε ιδρυτής και εκδότης του τριμηνιαίου περιοδικού «Foreign Policy» από το 1970 έως το 1977, ενώ εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στο πλάι του προέδρου Λίντον Τζόνσον (1967). Αυτή του η κίνηση στάθηκε η αιτία να τον ακολουθήσουν ως την αυλή του Χάρβαρντ εξαγριωμένοι διαδηλωτές κατά του πολέμου του Βιετνάμ, οι οποίοι κατέλαβαν και στη συνέχεια έβαλαν φωτιά στο κτίριο όπου εργαζόταν εκείνο τον καιρό. Την ίδια εποχή έγραψαν στην είσοδο του σπιτιού του: «Εδώ ζει εγκληματίας πολέμου».
Εκτός από ερευνητικός συνεργάτης στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Σπουδών του Λονδίνου, στην πλούσια δραστηριότητα του Χάντινγκτον συγκαταλέγονται ακόμη η υπηρεσία του ως μέλους της συμβουλευτικής επιτροπής του προέδρου Nίξον (1969-1970) σε θέματα διεθνούς ανάπτυξης, η προεδρία του (1974-1976) στη μελετητική ομάδα του Δημοκρατικού Κόμματος και συγκεκριμένα στην Επιτροπή για την Άμυνα και τον Εξοπλισμό, καθώς και η συμμετοχή του το ίδιο διάστημα ως μέλους της Επιτροπής για τις Σχέσεις ΗΠΑ – Λατινικής Αμερικής και αργότερα της Επιτροπής για τη Διαφάνεια (1995-1997).
Τη διετία 1977-1978 εργάστηκε ως συντονιστής Σχεδιασμού Ασφαλείας στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, σε συνεργασία με τον Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι επί προεδρίας Κάρτερ, ενώ υπήρξε και ο συγγραφέας πολλών ομιλιών του Τζίμι Κάρτερ πάνω στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το σημαντικότερο από τα δεκάδες βιβλία και άρθρα του που τον ανέδειξαν σε έναν από τους πιο πολυδιαβασμένους, αλλά και αμφιλεγόμενους πολιτικούς φιλοσόφους, είναι «Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης» (The Clash of Civilizations and the Remaking of World»), το οποίο κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το 1996 (στην Ελλάδα το 1998 από τον εκδοτικό οίκο Τερζόπουλου) και είναι βασισμένο σ’ ένα ομότιτλο άρθρο του, που δημοσιεύθηκε το 1993 στην επιθεώρηση διεθνών σχέσεων «Foreign Affairs».
Στο εν λόγω μπεστ σέλερ, που έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες και το οποίο ο Χένρι Κίσινγκερ χαρακτήρισε ως το σημαντικότερο βιβλίο μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, ο προτεστάντης το δόγμα Χάντινγκτον αναλύει τη δική του εκδοχή περί του χαρακτήρα των μελλοντικών συγκρούσεων στον πλανήτη και των παγκόσμιων συσχετισμών στον 21ο αιώνα. Συγκεκριμένα, στη θεωρία του υποστηρίζει ότι ο επόμενος πόλεμος και οι μεγάλες διαιρέσεις και πηγές συγκρούσεων θα είναι όχι πια ανάμεσα σε ιδεολογίες, αλλά ανάμεσα στους πολιτισμούς (κυριότερα ανάμεσα στη Δύση και στο Ισλάμ).
Η έννοια «πολιτισμός» κατά τον Χάντινγκτον περικλείει στοιχεία όπως η θρησκεία, η γλώσσα, η κοινή ιστορία και η παράδοση ενός λαού. Στο βιβλίο του, μάλιστα, απαριθμεί οκτώ πολιτισμούς: τον δυτικό, τον λατινοαμερικανικό, τον μουσουλμανικό, τον κινεζικό, τον ινδουιστικό, τον σλαβο-ορθόδοξο (εδώ εντάσσει την Ελλάδα), τον βουδιστικό και τον αφρικανικό.
Σε συνέντευξη, μάλιστα, που παραχώρησε στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde», χαρακτήρισε λανθασμένη την εντύπωση ότι ο κόσμος γίνεται όλο και πιο δυτικοποιημένος, επειδή η μουσουλμανική, η ορθόδοξη ή η βουδιστική νεολαία φοράει Levi’s και πίνει Coca-Cola και αξήγησε ότι η ουσία της δυτικής παράδοσης δεν είναι τα Big Mac, αλλά η Magna Carta του 13ου αιώνα. Παράλληλα, σε κάποια από τις 467 σελίδες του βιβλίου του, υποστηρίζει ότι η Ευρώπη τελειώνει εκεί που τελειώνει η δυτική χριστιανοσύνη κι εκεί που αρχίζει το Ισλάμ και η ορθοδοξία, θέτοντας ξανά τις βάσεις για ένα «σχίσμα» που επιχειρεί να χωρίσει την Ευρώπη σε Δυτική και Ανατολική με κριτήριο αυτή τη φορά όχι τα κοινωνικοπολιτικά συστήματα, αλλά τον πολιτισμό και τη θρησκεία. Το δόγμα του Χάντινγκτον διατυπώνεται περιληπτικά με τη φράση: «West and the rest» («Η Δύση και οι υπόλοιποι»).
Το 2004 εξέδωσε το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Ποιοι είμαστε; Η αμερικανική ταυτότητα στην εποχή μας» («Who Are We? The Challenges to America’s National Identity»), που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Λιβάνη. Στο βιβλίο αυτό εισάγει τη θεωρία του για τη σύγκρουση των πολιτισμών στο εσωτερικό της αμερικανικής κοινωνίας και επισημαίνει τον κίνδυνο από τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα των ισπανόφωνων, που απειλούν να διαιρέσουν τη χώρα σε δύο λαούς, δύο πολιτισμούς και δύο γλώσσες.
Ο Σάμιουελ Χάντινγκτον πέθανε στις 24 Δεκεμβρίου 2008, στο νησάκι Μάρθας Βίνεγιαρντ των ΗΠΑ.
Πηγή: https://www.sansimera.gr