Ο Ντένζελ Γουάσινγκτον είναι ένας από τους κορυφαίους αμερικανούς ηθοποιούς της γενιάς του με επιτυχίες τόσο στον κινηματογράφο όσο και στο θέατρο. To υποκριτικό του ταλέντο και η σταθερή επιτυχία του στο μποξ-όφις βοήθησε να διαλυθεί η αντίληψη ότι οι αφροαμερικανοί ηθοποιοί δεν μπορούν να προσελκύουν το ευρύτερο κοινό και δη το λευκό.
Ο Ντένζελ Γουάσινγτον γεννήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 1954 στο Μάουντ Βέρνον της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Ο πατέρας του ήταν προτεστάντης πάστορας και παράλληλα υπάλληλος στην εταιρεία υδάτων της Νέας Υόρκης, ενώ η ημέρα του κομμώτρια.
Σπούδασε υποκριτική και δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο Φόρνταμ της Νέας Υόρκης και μετά την αποφοίτησή του το 1977 άρχισε την καριέρα του ως ηθοποιός σε θεατρικές σκηνές του Σαν Φρανσίσκο και της Νέας Υόρκης. Το 1981 έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο με την κομεντί «Carbon Copy» και τα επόμενα χρόνια έπαιξε στην τηλεοπτικό δράμα «St. Elsewhere» (1982-88), ένα ιατρικό σίριαλ με το οποίο άρχισε να γίνεται γνωστός Το 1987 υποδύθηκε τον νοτιοαφρικανό αγωνιστή Στίβεν Μπίκο στην επική ταινία του Ρίτσαρντ Ατένμπορο «Κραυγή Ελευθερίας» («Cry Freedom») και για την ερμηνεία του προτάθηκε για το Όσκαρ βανδρικού ρόλου. Θα το κερδίσει δύο χρόνια αργότερα για τον ρόλο του απελεύθερου σκλάβου που αγωνίζεται στο στρατό της Ένωσης, στο πολεμικό δράμα «Ο Δρόμος για την Δόξα»» («Glory»).
Την δεκαετία του ’90 καθιερώθηκε ως πρωταγωνιστής με τις αξέχαστες ερμηνείες στη ρομαντική κωμωδία «Mississippi Masala» (1991), στην σεξπηρική κωμωδία «Πολύ Κακό για το Τίποτε» («Much Ado About Nothing», 1993), στο δικαστικό δράμα «Philadelphia» («Φιλαδέλφεια», 1993), στην ταινία μυστηρίου «Ο Διάβολος με το Μπλε Φόρεμα» («Devil in a Blue Dress», 1995) και το θρίλερ «Crimson Tide» (1995) του Τόνι Σκοτ, με τον οποίο συνεργάστηκε σε πολλές ακόμη ταινίες. Την ίδια περίοδο συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Σπάικ Λι, στις ταινίες «Παραλλαγές σ’ ένα Μπλουζ» («Mo’ Better Blues», 1990), «He Got Game» (1998) και «Malcolm X» (1992).
Η πειστική ερμηνεία του στον ρόλο του ακτιβιστή των πολιτικών δικαιωμάτων Malcolm X του χάρισε υποψηφιότητα για Όσκαρ. Επτά χρόνια αργότερα κέρδισε μια ακόμη υποψηφιότητα για Όσκαρ, όταν υποδύθηκε τον καταδικασμένο για φόνο μποξέρ Ρούμπιν Κάρτερ στην ταινία «Τυφώνας: Η αληθινή ιστορία»(«The Hurricane», 1999). Λίγα χρόνια πριν είχε αφηγηθεί την ιστορία του ο Μπομπ Ντίλαν με το γνωστό τραγούδι του «Hurricane».
To 2001 ήρθε η μεγάλη στιγμή για την καριέρα του Ντένζελ Γουάσινγκτον. Ο ρόλος ενός διεφθαρμένου και βίαιου αστυνομικού στην ταινία του Αντουάν Φούκουα «Ημέρα Εκπαίδευσης» («In Training Day»), θα του χαρίσει το Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου και θα γίνει μόλις ο δεύτερος αφροαμερικανός ηθοποιός (ο πρώτος ήταν ο Σίντνεϊ Πουατιέ) που θα πετύχει αυτό το κατόρθωμα.
Ακολούθησαν ενδιαφέροντες ρόλοι στο θρίλερ του Τζόναθαν Ντέμι «Ο άνθρωπος από την Μαντσουρία» («The Manchurian Candidate», 2004), ριμέικ της ομώνυμης ταινίας του 1962, και στο αστυνομικό δράμα του Σπάικ Λι «Ο υποκινητής» («Inside Man» , 2006). Τον επόμενο χρόνο εμφανίσθηκε ως ναρκέμπορος στην ταινία «American Gangster» με συμπρωταγωνιστή τον Ράσελ Κρόου ως αστυνομικό και το 2009, ως ελεγκτής κυκλοφορίας που βρίσκεται στην δίνη μιας τραινοπειρατίας στον υπόγειο σιδηρόδρομο, στην ταινία του Τόνι Σκοτ «Επίθεση στον Συρμό («The Taking of Pelham 1 2 3»).
Το 2010, πρωταγωνίστησε στο δράμα επιστημονικής φαντασίας «Ο εκλεκτός» («The Book of Eli») και συνεργάστηκε ξανά με τον Τόνι Σκοτ στο θρίλερ δράσης « Εχεις Μόνο 100 Λεπτά… Ασταμάτητο» ( «Unstoppable». Ακολούθως υποδύθηκε έναν διεφθαρμένο πράκτορα της CIA στη Νότια Αφρική στο κατασκοπικό θρίλερ «Το κρησφύγετο» («Safe House», 2012), προτού κερδίσει μια ακόμη υποψηφιότητα για Όσκαρ ερμηνεύοντας έναν αλκοολικό αλλα ηρωικό πιλότο στην ταινία «Flight».
Τον επόμενο χρόνο έπαιξε τον μυστικό πράκτορα στην κωμωδία δράσης «2 Guns», το 2014, τον αυτόκλητο τιμωρό στο θρίλερ δράσης «The Equalizer» και το 2016 στο ριμέικ του κλασσικού γουέστερν «Και οι 7 ήσαν υπέροχοι» (The Magnificent Seven»). Το 2017 πρωταγωνίστησε στο ρόλο ενός ιδεαλιστή δικηγόρου του Λος Άντζελες ο οποίος αρχίζει να αμφιβάλει για τις αρχές του. Για την ερμηνεία του προτάθηκε για όγδοη φορά για Όσκαρ. Το 2018, υποδύθηκε και πάλι τον αυτόκλητο τιμωρό στο «The Equalizer 2 ».
Ο Ντένζελ Γουάσινγκτον έχει δείξει τις ικανότητές του και πίσω από την κάμερα. Το 2002, σκηνοθέτησε το βιογραφικό δράμα «Η ιστορία του Αντουάν Φίσερ» («Antwone Fisher»), για ένα στρατιώτη με προβληματικό παρελθόν και το 2007 την ταινία «The Great Debaters», με ήρωα έναν αφροαμερικανό καθηγητή σε ένα κολέγιο της δεκαετίας του ‘ 30.
Περιστασιακά εμφανίζεται στο θέατρο. Το 1990 πρωταγωνίστησε ως Ριχάρδος ο Γ’ στο ομότιτλο έργο του Σέξπιρ και το 2005 ως Βρούτος στον «Ιούλιο Καίσαρα» του Σέξπιρ. Το 2010, έπαιξε στο έργο του Όγκαστ Γουίλσον «Fences» , ένα οικογενειακό δράμα ποy εξετάζει ζητήματα ταυτότητας και ρατσισμού, και βραβεύτηκε με Τόνι. Το 2016 μετέφερε το έργο στον κινηματογράφο και κέρδισε μια ακόμη υποψηφιότητα για Όσκαρ. Το 2018 επέστρεψε στο Μπρόντγουεϊ ως Χίκι στο έργο του Ευγένιου Ο’Νιλ «Ο παγοπώλης έρχεται».
Ο Ντένζελ Γουάσινγκτον δηλώνει πιστός χριστιανός και θα ήθελε κάποτε να ακολουθήσει τον ιερατικό δρόμο του πατέρα του. Είναι νυμφευμένος από το 1983 με την ηθοποιό Πολέτα Πίρσον, με την οποία έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά.
Πηγή: https://www.sansimera.gr